- κούφης
- κού̱φης , κοῦφοςlightfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Кубань — (ж.) – река на Сев. Кавказе, греч. Ώ/Γπανις (Страбон 11, 494 и сл.), Cuphis (Географ Равеннский 4, 1), арм. KuрΏi (Моисей Хоренский), ср. греч. Κούφης (Кедрен), Κῶφις (Никифор), Κωφήν (Менандр), араб. Kūbā, карач. KΏоban (Прёле, KSz 10, 119). По … Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера
CUPHIA — apud Papiam, aliosque recentioris aevi Scriptores, tegmen capitis est, quod totum caput ambiebat: olim virorum maxime, nunc mulierum, Gallis Coite. Σκουφίας dixit Codinus de Offic. c. 2. num. 52. meminitque Cofiarum ferrearum Froissardus, 4.… … Hofmann J. Lexicon universale
κούφος — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 2 κάτ.) του νομού Χαλκιδικής. Βρίσκεται στη νοτιοδυτική ακτή της χερσονήσου της Σιθωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τορώνης. Έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός. 2. Πεδινός… … Dictionary of Greek
Λαππαίων, δήμος — Νέος δήμος (2.628 κάτ.) του νομού Ρεθύμνης, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τον πρώην δήμο Επισκοπής καθώς και από τις πρώην κοινότητες Αργυρουπόλεως, Βιλανδρέδου, Κάτω Πόρου, Κούφης και Μυριοκεφάλων, οι οποίες… … Dictionary of Greek